Κουίσλινγκ ή μήπως Νόσκε; Περί «κατοχής» της Ελλάδας…

Ο Τάκης Μαστογιαννόπουλος εξηγεί στην Εποχή (18.7.2010) γιατί η συνθηματολογική παρομοίωση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ με την κατοχικη κυβέρνηση Κουίσλινγκ είναι ιστορικά ανακριβής, θεωρητικά άστοχη και πολιτικά προβληματική.

Τελικά περί τίνος πρόκειται; Η χώρα με την υπογραφή του περιβόητου «Μνημονίου» βρίσκεται υπό ξένη κατοχή; Έχει υποβιβασθεί σε χώρα περιορισμένης κυριαρχίας και σε ζώνη εμπορικής εκμετάλλευσης; Έχουν αναβιώσει στη χώρα οι χειρότερες ιστορικές στιγμές της ξενοκρατίας; Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είναι μια σκιώδης κυβέρνηση ή ακόμα χειρότερα είναι μια κυβέρνηση δωσίλογων; Ο Γ. Παπανδρέου είναι μια σύγχρονη εκδοχή του Κουίσλινγκ; Κυριαρχούν στην χώρα οι προδότες γερμανοτσολιάδες;

Οι δάνειοι χαρακτηρισμοί από το οπλοστάσιο της ιστορίας έχουν ορισμένες φορές τη δυνατότητα να υποβοηθήσουν, στη βάση της ιστορικής αναγωγής και της συλλογικής μνήμης, τις εκτιμήσεις για τις νέες συνθήκες, οι οποίες, όταν παρουσιάζουν πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά, απαιτούν σύνθετες επεξεργασίες.
Ωστόσο, αυτό που διαχωρίζει το μαρξισμό από διάφορες αγοραίες παραλλαγές του είναι ο ακριβής προσδιορισμός τόσο της μορφής της κρατικής εξουσίας, και ως εκ τούτου και του χαρακτήρα της διακυβέρνησης της χώρας, όσο και της ανάλυσης του κοινωνικού σχηματισμού και των αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στις τάξεις. Εδώ η αναγωγή, η τυπική επιστροφή στο παρελθόν μπορεί να προσφέρει μια εύκολη συνθηματολογία είναι, όμως, ανίκανη να συμβάλει στην αναγκαία ερμηνεία των νέων συνθηκών. Το αντίθετο, μάλιστα, την εμποδίζει.

Το ΠΑΣΟΚ, υπό την ηγεσία του έσχατου γόνου της οικογένειας Παπανδρέου, επανήλθε- ψευδόμενο ασύστολα κατά την προεκλογική περίοδο- στη διακυβέρνηση της χώρας μέσα σε συνθήκες βαθιάς κρίσης σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής ζωής, που φθείρουν ραγδαία, απαξιώνουν και εξαντλούν το πολιτικό σύστημα όπως αυτό διαμορφώθηκε, για πάνω από τρεις δεκαετίες, την μεταπολιτευτική περίοδο. Το πολιτικό οικοδόμημα, βαθύτατα απαξιωμένο, βρίσκεται όλο και περισσότερο σε αναντιστοιχία με τη βάση της κοινωνίας.

Με ποιον θα πας και ποιον θ’ αφήσεις

Οι συνθήκες της καπιταλιστικής κρίσης δεν αφήνουν περιθώρια για την ύπαρξη κομμάτων κοινωνικών μεταρρυθμίσεων και «ειρηνικής» προόδου. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ υιοθέτησε- ή καλύτερα συνέχισε μέσα στον παροξυσμό της οικονομικής κρίσης- την πολιτική του άγριου νεοφιλελευθερισμού των κυβερνήσεων Σημίτη και Καραμανλή, επεκτείνοντας την, όμως, στα ακραία της όρια. Οι δηλώσεις του Γ. Παπανδρέου ότι η χώρα βρίσκεται στο χείλος της πτώχευσης και ότι βυθίζεται ως ο «Τιτανικός» ήταν εντεταγμένες στο σχέδιο εφαρμογής ενός κυριολεκτικά καταστροφικού για την κοινωνία «προγράμματος διάσωσης».
Η πολιτική αυτή της κυβέρνησης, εντελώς συμβατή με τις ανάγκες του μεγάλου τραπεζικού, επιχειρηματικού και ναυτιλιακού κεφαλαίου μέσα σε συνθήκες οργανικής κρίσης του συστήματος, σήμανε, στην ουσία, την εφαρμογή ενός βαθύτατα αντικοινωνικού και αντιλαϊκού προγράμματος, που κατεδαφίζει τις κοινωνικές κατακτήσεις δεκαετιών με θύματα τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους τους άνεργους άντρες και γυναίκες.
Πλήττει, επίσης, τη βιοτεχνία, το μικρό εμπόριο, την πολύ μικρή επιχείρηση, την αυτοαπασχόληση, το σύνολο αυτό που στη μαρξιστική φιλολογία ορίζεται ως μικροαστική ή ακόμα και μεσαία τάξη. Ο αναπτυσσόμενος μαρασμός των μεσαίων τάξεων δεν οδηγεί ωστόσο, όπως πολλές φορές έχει συμβεί στο παρελθόν, στην προλεταριοποίηση αυτών των στρωμάτων, αφού η μεγάλη στρατιά των ανέργων καθιστά αδύνατη την αφομοίωση στο εργατικό δυναμικό αυτών των στρωμάτων. Οι προοπτικές για ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας καθίστανται, έτσι, εφιαλτικές. Το ζήτημα για μια ακόμα φορά είναι ποιο δρόμο θα ακολουθήσουν τα απελπισμένα αυτά στρώματα, επιρρεπή στην περιφρόνηση των κοινοβουλευτικών θεσμών. Το δρόμο της μοιρολατρίας, του αναχωρητισμού, της καταδίκης συνολικά της πολιτικής και των ακροδεξιών λύσεων ή τον δρόμο της ριζοσπαστικοποίησης και της αριστεράς;

Στα χνάρια της σοσιαλδημοκρατίας

Το γεγονός ότι το σύνολο της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας πρωτοστατεί με παραλλαγές- όπως άλλωστε και τα παραδοσιακά συντηρητικά κόμματα- στην εφαρμογή των σκληρών αντικοινωνικών προγραμμάτων έχει να κάνει με το διφυή χαρακτήρα και την ιστορική μετάλλαξη του ιστορικού αυτού ρεύματος. Η σοσιαλδημοκρατία δεν διστάζει πολλές φορές, όταν οι απαιτήσεις της αστικής διακυβέρνησης το απαιτούν, να πρωτοστατεί στις επιθέσεις κατά του εργατικού κινήματος. Δεν χρειάζεται παρά να υπενθυμίσω ένα κλασσικό παράδειγμα.  Η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ δολοφονήθηκαν, κατά τη διάρκεια της γερμανικής επανάστασης του 1919, με εντολή των συντρόφων τους στο γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, του Νόσκε, του Έμπερτ κ.λπ.
Το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου δεν υφίσταται αντίθετα πρωτοστατεί, και μάλιστα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στην εφαρμογή αυτής της ανάλγητης ακραίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Αν ο Γ. Παπανδρέου είναι προδότης, δεν είναι προδότης της χώρας του, ένας δωσίλογος όπως ο Κουίσλινγκ ή ο Τσολάκογλου, αλλά «προδότης» των έστω και αναιμικών σοσιαλδημοκρατικών αντιλήψεων- αν υποθέσουμε έστω και για μια στιγμή ότι ο ίδιος υπήρξε ποτέ υποστηρικτής αυτών των ιδεών- και μέχρι πριν λίγων δεκαετιών και πρακτικών. Η κυβέρνηση του είναι αυτή η οποία, με την πλήρη και κραυγαλέα υποστήριξη του μεγάλου έντυπου και του ηλεκτρονικού Τύπου, ενέταξε τη χώρα στο ΔΝΤ -τον οργανισμό που καταστρέφει και ισοπεδώνει κοινωνίες- τον οποίο και χρησιμοποιεί ως φόβητρο για την υλοποίηση αυτής της πρωτοφανούς επίθεσης κατά της κοινωνίας.

Ποιος κυβερνάει αυτό τον τόπο;

Η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου διοικεί τη χώρα και όχι η περιβόητη «τρόικα», όπως μας υπενθυμίζουν κάθε βράδυ από τα δελτία των 8 οι «έγκριτοι» δημοσιογράφοι και δυστυχώς αναμασούν ορισμένα τμήματα της αριστεράς. Η «εθελουσία υποταγή» της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ στα κελεύσματα των «αγορών», δηλαδή των μεγάλων χρηματιστικών οργανισμών- τραπεζών, ασφαλιστικών εταιριών, οργανισμών χρηματιστικών τοποθετήσεων- αλλά και ασφαλιστικών ταμείων δεν επιβλήθηκε στη χώρα δια της βίας αλλά με την πλήρη συναίνεση του επιχειρηματικού κόσμου και των κομμάτων της αστικής διαχείρισης, των «κομμάτων του Μνημονίου». Εξάλλου τα μέτρα αυτά είναι σε πλήρη αρμονία με το σχέδιο λιτότητας στο οποίο κατάληξε πρόσφατα η συνάντηση των ευρωπαίων ηγετών για το σύνολο των χωρών της ευρωζώνης. Η πολιτική του ακραίου νεοφιλελευθερισμού αφορά το σύνολο των ευρωπαίων εργαζομένων.
Οι λανθασμένες εκτιμήσεις οδηγούν κατά κανόνα και σε λανθασμένες προτάσεις Η χώρα δεν βρίσκεται υπό κατοχή ώστε να απαιτείται ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα και πολύ περισσότερο ένα νέο ΕΑΜ. Το ζήτημα δεν είναι εθνικό, αν και έχει εθνικές διαστάσεις. Στη βάση του είναι βαθύτατα κοινωνικό και ταξικό. Αυτός εξάλλου είναι ο λόγος που η εφαρμογή αυτών των καταστροφικών «προγραμμάτων διάσωσης», που δένουν βίαια την κοινωνία στην κλίνη του Προκρούστη, είναι συνδυασμένη με το συνεχή υποβιβασμό του κοινοβουλίου και τους σχεδιασμούς για την συγκρότηση ενός αυταρχικού κράτους. Η αστική κοινωνία και οι πολιτικές κορυφές της διολισθαίνουν συνεχώς προς το «ισχυρό» κράτος ως το αναγκαίο μέσο για την υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής τους. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ορισμένα μέσα του Τύπου- όπως π.χ. ο τηλεοπτικός «Σκάι» – προβάλλουν ήδη την ανάγκη να ανασταλούν ορισμένα άρθρα του συντάγματος (!!!). Ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου Γ. Κασιμάτης, ο οποίος μόνον εχθρός του ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, σε ένα σημείωμα στη «ΑΥΓΗ της Κυριακής» (11/07/10), αναφερόμενος στην αντισυνταγματικότητα των μέτρων που επιβάλει το «Μνημόνιο», εύλογα υποστήριξε ότι «Θα πρέπει λοιπόν, να μας πούνε ξεκάθαρα ότι «καταργώ προς το παρόν τα δικαιώματα του ανθρώπου»…»! Υποκύπτοντας και εγώ στις ιστορικές αναλογίες –γεγονός άλλωστε που φαίνεται και στον τίτλο του άρθρου– θα έλεγα ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι κυρίαρχες δυνάμεις χρειάζονται σήμερα περισσότερο τον σοσιαλδημοκράτη Νόσκε, τον δολοφόνο της Ρόζας, παρά τον Κάουτσκυ και τον Μπερνστάιν.

Περί theatrodromou
Το Θέατρο Δρόμου είναι ένας τρόπος να πεις όσα μπορούν να ειπωθούν με κείμενα, εικόνες και μουσικές.

Σχολιάστε